top of page

Ο διάλογος στην ομαδική θεραπεία Gestalt


Για κάποιον-α που συμμετέχει για πρώτη φορά σε μια ομάδα (και μάλιστα Gestalt), είτε αυτή είναι προσωπικής ανάπτυξης, είτε θεραπείας ή άλλη, προτείνουμε σα θεραπευτές Gestalt, η επικοινωνία μεταξύ μας να βασίζεται σε κάποιες αρχές και σε μια διαφορετική έννοια διαλόγου, από αυτή που συνήθως απαντάται στις παρέες, στις τηλεοπτικές συζητήσεις ή όπου αλλού λέμε ότι γίνεται διάλογος.

Σα συντονιστές σε τέτοιες ομάδες, ήδη από τις πρώτες συναντήσεις, επισημαίνουμε κάποια βασικά στοιχεία στη διαδικασία του διαλόγου των ομάδων (και όχι στα χαρακτηριστικά τους).

Τα σημεία στα οποία στέκομαι προσωπικά είναι πολλά, με πρώτο και κύριο την ισοτιμία των μελών στο χώρο και το χρόνο που παίρνει ο καθένας για να μιλήσει (ή να μη μιλήσει, αν έτσι επιθυμεί). Επιθυμούμε αυτό να γίνεται σεβαστό από όλους.

Στη διαδικασία της ομάδας, όλα τα μέλη φροντίζουν ούτως ώστε κανείς να μη διακόπτεται από άλλους την ώρα που μιλά, όπως επίσης ούτε να διακόπτει τους άλλους. Αποφεύγουμε να μιλάνε δύο ταυτόχρονα, ή να γίνονται ιδιαίτερες συζητήσεις (τα λεγόμενα «πηγαδάκια»). Η παρουσία άλλωστε καθενός στην ομάδα επιβεβαιώνεται όχι μόνο από το περιεχόμενο του λόγου του.

Μέλημά μας είναι ο διάλογος να γίνεται μεταξύ ισότιμων μελών, ανεξάρτητα από την κοινωνική τους κατάσταση, το επάγγελμά τους, την ηλικία τους, τη θέση τους. Επομένως, το να υποδεικνύω κάτι στους άλλους, δεν λειτουργεί σε αυτές τις ομάδες, ή τουλάχιστον δεν γίνεται με την έννοια ότι εγώ ξέρω κάτι για σένα που εσύ δεν ξέρεις, όπως συχνά συμβαίνει σε άλλες περιστάσεις, για παράδειγμα από μεγαλύτερους σε ηλικία προς μικρότερους, ή από ειδικούς προς μη ειδικούς.

Επικεντρωνόμαστε και εστιάζουμε σε ένα θέμα κάθε φορά -του παρόντος/ στο εδώ και τώρα- για το οποίο ο καθένας εκφράζεται και, αν χρειαστεί, περνάμε σε άλλο, αφού το αρχικό έχει εξαντληθεί ή αφού έχουμε συμφωνήσει (συντονιστές και μέλη) να το αφήσουμε ανοιχτό και όλοι έχουν μιλήσει. Εδώ αξίζει να πούμε ότι η ικανότητα να εστιάζουμε σε ένα θέμα προϋποθέτει ότι κάνουμε μια καθαρή «μορφή», πράγμα που αποτελεί, ειδικά στην οπτική της Gestalt, ένδειξη υγιούς διαδικασίας. Το ίδιο θεωρείται ότι συμβαίνει κι όποτε είμαστε σαφείς και ξεκάθαροι, συγκεκριμένοι και ειδικότεροι σε αυτά που αντιλαμβανόμαστε και λέμε. Επομένως, στην ερώτηση «πώς είσαι σήμερα;», η απάντηση «καλά» δεν είναι αυτό που αναζητάμε. Μια αίσθηση στο σώμα, ένα συναίσθημα, ή ακόμα και ένα καθαρό «δεν ξέρω» αποτελεί πιο σαφή δήλωση για το που βρίσκομαι στο εδώ και τώρα.

Σα συντονιστές, συχνά ρωτάμε τα μέλη της ομάδας και επαναδιατυπώνουμε για να επιβεβαιώσουμε αυτό που έχουμε καταλάβει. Γνωρίζουμε καλά από τη θεωρία μας πως ο καθένας βιώνει τις εμπειρίες του με τον προσωπικό του τρόπο και πως, οι άλλοι δεν σκέφτονται απαραίτητα όπως εμείς. Ούτε πάλι εννοούνται πράγματα, αν κάποιος δεν τα εκφράσει.

Συντονιστές και μέλη δημιουργούμε το πλαίσιο για να ακούμε και να σεβόμαστε τη διαφορετική αντίληψη ή το διαφορετικό τρόπο σκέψης των συνομιλητών μας. Μάλιστα, η αποδοχή της διαφορετικότητας μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία νέων συνειδητοποιήσεων, διαδικασιών και έτσι εξελίσσεται ο διάλογος και η σχέση. Μέσα από το διαφορετικό τρόπο σκέψης, για παράδειγμα, συνειδητοποιώ την εγκυρότητα ή όχι των στερεότυπων που μπορεί να έχω και να με εγκλωβίζουν.

Όσον αφορά την επικοινωνία μας και τον τρόπο που ερχόμαστε σε επαφή, στη θεραπεία Gestalt, αντιμετωπίζουμε τις γενικεύσεις σαν εμπόδια και διαστρεβλώσεις. Γενίκευση εννοείται όταν μια προσωπική μου άποψη ή κάτι που συμβαίνει σε μένα το βλέπω ότι ισχύει για όλους, κι έτσι το κάνω αλήθεια και για τους άλλους, ενώ (τις περισσότερες φορές) δεν είναι. Για παράδειγμα, επειδή τελευταία απέχω από τις πολιτιστικές εκδηλώσεις του τόπου μου, θεωρώ ότι όλοι απέχουν από τις πολιτιστικές εκδηλώσεις του τόπου τους. Μιλώντας σε α΄ πρόσωπο κι εστιασμένα, αντί να μιλάω σε γ΄ πρόσωπο και γενικά, αλλάζει η σημασία αυτού που λέω και έχει διαφορετικό αντίκτυπο ο λόγος μου. Για παράδειγμα άλλο νόημα έχει να πω: «προτιμώ να ζω στη Γαλλία» αντί του «καλύτερα είναι να ζει κανείς στη Γαλλία». Είναι ουσιαστικότερη η επαφή με τους άλλους όταν ο καθένας μιλά για τον εαυτό του (σε α΄ πρόσωπο), όταν αντιλαμβάνεται ότι αυτό που λέει για τον άλλον ή για τα πράγματα ισχύει βασικά για τον ίδιο και είναι πρώτα και κύρια κάτι δικό του.

Στέκομαι για αρχή σε αυτά τα σημεία μόνο, παρόλο που η ομαδική διαδικασία είναι ένα ιδιαίτερα πλούσιο πεδίο για παρατηρήσεις και διαπιστώσεις και αφήνω χώρο για να σταθούμε, να δούμε περισσότερο και να αναρωτηθούμε τι είναι αυτό που βοηθάει, που εξελίσσει την κουβέντα, πότε και πώς μπορεί να βαθαίνει ο διάλογος και πότε και πώς μια συνάντηση γίνεται για τον καθένα μας “θρεπτική”.

bottom of page