Τις προάλλες σε μια διαδρομή με το λεωφορείο βρέθηκα παρούσα στην κουβέντα που έκαναν ένας νεαρός με τη μητέρα του, ο οποίος κάποια στιγμή της είπε: «…αυτό είναι πρόβλημά σου». Θυμήθηκα τότε, κατά τα χρόνια της δικής μου εφηβείας την προσφιλή αυτή φράση, προς φίλους και συχνότερα προς τους μεγαλύτερους, όταν οι τότε νέοι προσπαθούσαμε να ξεχωρίσουμε τα «αξεχώριστα» στις σχέσεις μας και να κινηθούμε πιο ενήλικα, προς μια ταυτότητα και υπευθυνότητα.
Δεν γνωρίζω πόσο συχνά σήμερα χρησιμοποιείται αυτή η φράση, στέκομαι όμως τώρα σε αυτή και με αφορμή αυτή θέλω να μιλήσω για κάποιους ανθρώπινους μηχανισμούς που λειτουργούν στις σχέσεις μας και τις διαμορφώνουν, που στην Gestalt ψυχοθεραπεία λέγονται «προβολή» και «προβολική ταύτιση». Εδώ αναφέρονται με την έννοια των εμποδίων στην ομαλή λειτουργία του οργανισμού, ωστόσο υπάρχουν και οι υγιείς μορφές της, όπως τις συναντάμε σε ένα ζωγραφικό πίνακα ή σε ένα μουσικό κομμάτι ή ακόμη είδος προβολής είναι και τα όνειρα που βλέπουμε.
Τι ακριβώς εννοούμε ως προβολή – εμπόδιο στην ομαλή λειτουργία του οργανισμού;
Πιο συγκεκριμένα, στην προβολή προβάλω σε πρόσωπα ή αντικείμενα του περιβάλλοντός μου ένα χαρακτηριστικό, ένα συναίσθημα ή μια συμπεριφορά μου, που στην πραγματικότητα, αποτελεί στοιχείο της προσωπικότητάς μου, αλλά εγώ δεν το βιώνω ως δικό μου και αντιθέτως νιώθω πως κατευθύνεται από αυτά προς εμένα (1). Πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι τα πρόσωπα ή τα αντικείμενα πάνω στα οποία προβάλω δεν είναι «λευκές οθόνες». Είναι πρόσωπα ή αντικείμενα που τα έχω διαλέξει, καθώς όντως κάτι έχω δει σε αυτά να υπάρχει, ούτως ώστε κάπως να δικαιώνομαι.
Ο θυμόσοφος λαός λέει σχετικά: «είπε ο γάιδαρος τον πετεινό, κεφάλα!». Έτσι, για παράδειγμα, προβάλω όταν νομίζω ότι η συνάδελφός μου δεν με εκτιμά, ενώ κατά βάθος δεν την εκτιμώ εγώ. Ή φοβάμαι ότι ο άντρας μου με απατά, ενώ κατά βάθος, θα ήθελα εγώ να τον απατήσω. Μια ακραία μορφή προβολής είναι η παράνοια, όπου χαρακτηριστικές είναι οι παραισθήσεις. Τα άτομα που προβάλουν καθιστούν υπεύθυνο το περιβάλλον για ό,τι προέρχεται από μέσα τους και η αίσθηση ευθύνης τους μειώνεται. Το δε εγώ αποκλείεται από το συναίσθημα (2), η επαφή με τους άλλους αποφεύγεται και ο προσωπικός εσωτερικός κόσμος την αντικαθιστά (3).
Μου συνέβη στο παρελθόν να πάω σε ένα καφέ και να κάτσω στο τραπέζι που κάθονταν δυο φίλες μου. Μπαίνοντας στο μαγαζί έριξα μια ματιά γύρω μου και είδα μεταξύ άλλων μια κυρία να κάθεται μόνη της στο διπλανό τραπέζι και να καπνίζει. Πρόσεξα ότι ήταν σε εγρήγορση και κοίταζε έντονα. Χαιρετιστήκαμε με τις φίλες μου και όταν ύστερα από λίγο αναζήτησα με το βλέμμα μου τον σερβιτόρο για να παραγγείλω, η κυρία στο διπλανό τραπέζι άρχισε να μου φωνάζει δυνατά - επιθετικά λέγοντάς μου «τι κοιτάς;…» και να με «στολίζει» με επίθετα προσβλητικά. Δεδομένου ότι δεν την γνώριζα, δεν μπορούσα να δικαιολογήσω τη στάση της αλλά κατάλαβα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά κι ότι εκείνη τη στιγμή ήμουν η «οθόνη προβολής» σε κάτι δύσκολο που υπήρχε μέσα της.
Κατά την προβολική ταύτιση προβάλω ασυνείδητα σε κάποιον ή κάποιους δικά μου δύσκολα, ανεπιθύμητα συναισθήματα και καταστάσεις. Ο/οι αποδέκτης/ες τότε ταυτίζεται, τα εσωτερικεύει (χωρίς να το συνειδητοποιεί) και τα κάνει δικά του. Έτσι, για παράδειγμα, νιώθω ανόητη και καθώς αυτό μου είναι αφόρητο, η ανάγκη μου είναι να είμαι έξυπνη. Προβάλλω ασυνείδητα στη συνάδελφο μου το «είμαι ανόητη» κι εκείνη εξίσου ασυνείδητα ταυτίζεται, συντονίζεται με αυτό, το εσωτερικεύει και όντως νιώθει ανόητη και συμπεριφέρεται και ανόητα. Η μητέρα του Κ. προβάλει στο γιό της την ευαισθησία/ αδυναμία της. Εκείνη νιώθει ισχυρή κι εκείνος συντονίζεται και νιώθει ευαίσθητος/ αδύναμος κλπ.
Πολλά παραδείγματα αυτού του μηχανισμού βρίσκουμε καθημερινά σε ατομικό, διαπροσωπικό ή και ομαδικό πλαίσιο, ιδιαίτερα όμως σκέφτομαι εδώ τις σχέσεις γονιών – παιδιών, περίπτωση όπου εμπλέκεται η έννοια του ρόλου.
Πώς η προβολή γίνεται πρόβλημα;
Όπως κάθε μηχανισμός του οργανισμού, έτσι και η προβολή γίνεται πρόβλημα όταν γίνεται χωρίς επίγνωση. Προβάλλοντας η ενέργεια του ατόμου, η ευθύνη του πηγαίνει στο περιβάλλον (στον άλλον), οπότε το ίδιο είναι δύσκολο να δράσει, να βρει τρόπους και λύσεις. Οι λύσεις αναμένονται από έξω. Έτσι, καθηλώνεται κι ακινητοποιείται.
Αν σκεφτούμε τις φορές που περιμένουμε οι λύσεις να έρθουν από το περιβάλλον….. είναι τότε συνήθως που λέμε τι πρέπει να κάνει ο άλλος. Ας έχουμε υπόψη το μηχανισμό της προβολής.
Αν σκεφτούμε, τις φορές που νιώθουμε δυσαρέσκεια, να στρέψουμε «το φως» προς εμάς, τότε θα ξαναβρούμε την ενέργεια, τη λύση και τις πηγές μας για να πάμε παρακάτω.
Βιβλιογραφία:
O’Leary Eleanor (1995) «Η Θεραπεία Gestalt», μετάφραση: Γ. Σκαρβέλη, Αθήνα, εκδόσεις: Ελληνικά Γράμματα.
Perls S. Frederick, Hefferline F. Ralph, Goodman Paul (1951) “Gestalt Therapy. Excitement and Growth in the Human Personality” Souvenir Press.
Nevis Edwin (2007) «Η Θεραπεία Gestalt. Θεωρία και Εφαρμογές» μετάφραση: Γ. Μπαρουξής, Αθήνα, εκδόσεις: Διόπτρα.
Comments