Στάθηκα τις προάλλες σε μια είδηση που έλεγε για την εγκατάλειψη ενός βρέφους σε πολυκατοικία της Αθήνας κι έφερα στο νου μου γενικότερα το θέμα του «ανεπιθύμητου παιδιού», αυτού που νιώθει «λαθρεπιβάτης στη ζωή», όπως χαρακτηριστικά μου είπε κάποτε ένα τέτοιο, αναζητώντας «το εισιτήριό του» και το λόγο της ύπαρξής του στην επιθυμία του γονιού του. Ανέτρεξα σε όλη την αναπτυξιακή πορεία του ανθρώπου για να βρω το στίγμα του και έμεινα περισσότερο στην αρχή της, εκεί όπου πρωτοεμφανίζεται «ο εαυτός» και «ο άλλος», όπου πρωτοδημιουργείται η σχέση, στο στάδιο από όπου νομίζω ξεκινάει το κενό και το τραύμα.
Πέρα από την ακραία περίπτωση της εγκατάλειψης, όπως στην παραπάνω είδηση, υπάρχουν άλλες παιδιών που, παρόλο που μεγαλώνουν μέσα στην οικογένειά τους, κατά βάθος, αποτελούν συναισθηματικό βάρος για το γονιό ή τους γονείς τους που δεν τα έχουν καλοδεχθεί στη ζωή. Η κακοποίηση μπορεί να είναι φανερή. Για παράδειγμα, εξευτελισμό του παιδιού έχω συναντήσει στην παιδική χαρά, όταν ο γονιός δέρνει παραδειγματικά το παιδί μπροστά στα υπόλοιπα γιατί έκανε κάτι κακό. Υποτίμηση είδα στην υπερπροστατευτική μαμά που μπλοκάρει και ακυρώνει κάθε πρωτοβουλία και ενέργεια του παιδιού της λέγοντας ότι «είναι μικρό». Αδιαφορία αισθάνθηκα όταν η ζωγραφιά του παιδιού έμεινε ασχολίαστη. Απομόνωση είναι όταν η μαμά όλο λέει: «…δεν χρειάζεται να είσαι στα πόδια μου, πήγαινε στο δωμάτιό σου». Εκμετάλλευση βλέπω στα παιδιά που δουλεύουν στα φανάρια. Τρομοκρατία ασκώ όταν φοβίζω το παιδί για το κάθε τι.
Ακόμη όμως κι αν δεν απορρίπτουν ανοιχτά τα παιδιά, μπορεί να υποβόσκει στη γονεϊκή ατμόσφαιρα ένα κλίμα δυσφορίας. Για παράδειγμα «αν δεν είχαμε κάνει τόσο μικροί σε ηλικία τον Κωστάκη… θα είχα τελειώσει με τις σπουδές μου και τώρα θα ήμουν καθηγήτρια» λέει μια μητέρα χρεώνοντας ήδη τον Κωστάκη που γεννήθηκε. Ή «…Καλά είναι τα παιδιά αλλά δεν θα έκανα, αν ήξερα ότι θα έπρεπε για να ζήσουμε να δουλεύω σε δύο δουλειές και να ξεχάσω πώς είναι να πιω σαν άνθρωπος έναν καφέ με τους φίλους μου» είπε μετανιωμένος ένας πατέρας, που τα έφερνε δύσκολα με την καθημερινότητα. Άλλοτε πάλι αυτή η δυσανασχέτηση μπορεί να φανερώνεται μέσα από μια κάπως ανταγωνιστική σχέση με το παιδί, όπου ο θυμωμένος γονιός διεκδικεί πράγματα. Λέει π.χ. ο πατέρας για το γιο του «… Τι να τον βοηθήσω; Εμένα δεν με βοήθησε κανείς. Όπως τα κατάφερα εγώ ας τα καταφέρει κι αυτός». Ή να επικρατεί διαρκής επίκριση κι επιθετικότητα: «Πώς έγινες έτσι; (π.χ. που λερώθηκε). Χάσου από τα μάτια μου να μη σε βλέπω».
Ο ερχομός ενός παιδιού στη ζωή μπορεί να σημαίνει βάρος και να μην αποτελεί καλή είδηση, όταν η μητέρα γενικά δεν είναι συναισθηματικά διαθέσιμη. Και μη διαθέσιμη μπορεί να είναι για πάρα πολλούς λόγους, κυρίως όμως όταν είναι η ίδια τραυματισμένη ή παραμελημένη, όταν έχει με οποιοδήποτε τρόπο κακοποιηθεί. Για παράδειγμα, πώς μπορεί να νιώθει μια μάνα που το παιδί της προήλθε από βιασμό; Διαθέσιμη πάλι δεν είναι όταν είναι σε κατάθλιψη, όταν είναι ανασφαλής, αγχωμένη, σε περιπτώσεις που κάνει κατάχρηση ουσιών κτλ. Άλλοτε μπορεί ο πατέρας να μην είναι θετικός στην εγκυμοσύνη και στη γέννηση του παιδιού. Η συναισθηματική διαθεσιμότητα του πατέρα έχει να κάνει τόσο με την απευθείας σχέση του με το παιδί όσο και με τη φροντίδα και στήριξη προς τη σύντροφό του, ειδικά κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης και τους πρώτους μήνες της ζωής του παιδιού. Έχει σημασία πάλι το πώς είναι η σχέση του ζευγαριού στη φάση που περιμένουν το παιδί τους. (Κάποιοι αυθαίρετα νομίζουν πως παρόλο που είναι υπό διάλυση η σχέση τους, ο ερχομός ενός παιδιού θα τους συνδέσει). Υπάρχουν και πολλοί γονείς που έγιναν γονείς χωρίς κατά βάθος να το επιθυμούν και χωρίς να το σκεφτούν ιδιαίτερα, καθώς περισσότερο σε αυτούς βάραιναν κοινωνικές ή θρησκευτικές επιταγές και πεποιθήσεις. Κι εδώ ανοίγουν ενδεχομένως πολλά θέματα για συζήτηση, όπως γενικότερα τα θέματα μητρότητας, σεξουαλικότητας, της συνειδητής επιλογής μιας γυναίκας να μην κάνει παιδιά κ.ά., τα οποία θα μπορούσαν ίσως να αναπτυχθούν σε επόμενα άρθρα.
Υπάρχουμε πριν ακόμα από τη γέννησή μας στη σκέψη και στην επιθυμία των γονιών μας, υποστηρίζει ο Ζακ Λακάν. Και από ένα κύτταρο μορφοποιούμαστε στον άνθρωπο που είμαστε, μέσα από μια συνεχή σχέση με το περιβάλλον, που στην αρχή ήταν η μήτρα κι αργότερα «ο σημαντικός άλλος»/μητέρα/τροφός, η οικογένεια κοκ. Μέσα από τις επιστήμες της ψυχολογίας, της νευροβιολογίας κλπ, καταδεικνύεται σήμερα η σημασία που έχει ήδη η προγεννητική περίοδος και το πόσο επηρεάζεται το έμβρυο από τις σωματικές και ψυχολογικές εμπειρίες της μητέρας, καθώς διαμορφώνει το νευρικό του σύστημα. Αλλά και στη μετέπειτα πορεία ανάπτυξης του παιδιού το είδος του δεσμού του με τη μητέρα, οι σχέσεις με τους γονείς του και το δυναμικό με το οποίο διαμορφώνεται η συνοχή της ύπαρξής του, παίζουν σημαντικό ρόλο στην ψυχική του ανθεκτικότητα, στην ικανότητά του για αυτορρύθμιση, στην ψυχική μαζί και σωματική του υγεία.
Ειδικά στους πρώτους μήνες της ζωής το παιδί κι η μητέρα είναι ένα, σε μια φάση συγχώνευσης κι εξάρτησης, που στη Gestalt την ονομάζουμε συμβολή. Είναι η εποχή που συνήθως το παιδί θηλάζει και αρχικά δεν ξεχωρίζει ακόμη τον εαυτό του από τη μάνα του. Σε αυτή τη φάση αναπτύσσονται περισσότερο οι αισθήσεις του μέσα από τις οποίες μαθαίνει τον κόσμο. Ανάλογα με το κατά πόσο η μητέρα ανταποκρίνεται καλά κι εναρμονισμένα στις ανάγκες του, το παιδί μαθαίνει σιγά – σιγά να εμπιστεύεται και να νιώθει ασφαλές. Διαφορετικά, ματαιώνεται, αποσύρεται και το συναισθηματικό πάρε – δώσε παγώνει, οπότε το παιδί είναι σαν να μην υπάρχει. Ήδη από τον πρώτο καιρό αυτή η επικοινωνία και επαφή μητέρας - παιδιού αποτυπώνεται στον τρόπο που εκείνο ανταποκρίνεται στο περιβάλλον, στο ύφος του, στη ζωντάνια, στο βλέμμα του.
Όταν η παρουσία μου σημαίνει για το γονιό μου υποχρέωση, βάρος, δυσκολία, εμπόδιο, απογοήτευση κ.τ.λ., εύλογα μπορεί να νιώθω ενοχή, ντροπή, άγχος, φόβο. Όταν οι ανάγκες μου και το παρόν μου δεν είναι ορατά από τον γονιό μου, δεν επιβεβαιώνονται, τότε κι εγώ δεν ξέρω πού βρίσκομαι στην επαφή μας. Κι αν στον πρωταρχικό δεσμό με τη μάνα μου έχω βιώσει έλλειψη εμπιστοσύνης κι ασφάλειας, δεν είναι παράξενο να έχω μάθει να λειτουργώ με συστολή, πάγωμα, επιθετικότητα (προς εμένα ή το περιβάλλον) και να τείνω προς την απομόνωση και γενικά την αποφυγή των σχέσεων.
Γνωρίζοντας ότι πρόκειται για ένα τεράστιο θέμα που πιθανά έχει σαν συνέχειά του άλλα συμπληρωματικά άρθρα, μιλάω εδώ κυρίως για το «ανεπιθύμητο παιδί», που φανερά ή όχι έχει τραυματιστεί αλλά ταυτόχρονα μιλάω και για το γονιό που γίνεται γονιός με όλες του τις δυσκολίες, τις ανεπάρκειες, τα προβλήματα και ίσως κουβαλώντας το δικό του τραύμα. Για αυτό και θεωρώ ότι είναι πάρα πολύ σημαντικό να υπάρχει στήριξη τόσο σε αυτόν τον γονιό, όσο και στο παιδί, ώστε να σταματήσει το κύλημα τραύματος από γενιά σε γενιά. Και για τη στήριξη αυτή πραγματικά προσωπικά δεν βρίσκω άλλο τρόπο πέρα από την ψυχοθεραπεία. Είναι βασικό και ουσιώδες να δούμε ο καθένας μας τα θέματά του, να πάρουμε τις ευθύνες μας και να φτιάξουμε λίγο τις σχέσεις μας για να βελτιώσουμε τη ζωή μας.
Βιβλιογραφία:
Gordon Wheeler & Mark Mc Conville (2002) “The Heart of Development” Vol 1, A GestaltPress Book.
Laurence Heller & Aline LaPierre (2012) «Θεραπεύοντας το Αναπτυξιακό Τραύμα», εκδόσεις: Ασημάκη
Comentarios